10%
προηγούμενα τεύχη | σύνδεσμοι | οδηγός πόλης | INFO in english  
  περιεχόμενα τεύχους    
 
 

Φτου & Βγαίνω

Χωρίς Οικογένεια

του Λύο Καλοβυρνά

Μπορείς να μην πεις ποτέ σε κανέναν ότι είσαι γκέι. Μπορείς να ζήσεις μισή ζωή;

«Άσε μωρέ, δεν θα κάνω Πάσχα με τον δικό μου» μου παραπονέθηκε ο Πέτρος, ο πρώην ενός φίλου, τη Μεγάλη Τετάρτη. «Γιατί;» ρώτησα. «Γιατί θα κάνει Πάσχα με τους γονείς του.» «Και γιατί δεν σε καλεί κι εσένα; Τρία χρόνια τα ’χετε.» Ο Πέτρος με κοίταξε σαν να του πρότεινα να παρελάσει στη Σταδίου γυμνός. «Μ’ αφού δεν το ξέρουν οι δικοί του.» «Πόσο χρονών είναι;» ρωτώ. «Σαράντα τριών.» απαντά. «Είναι σαράντα τριών κι ανέχεσαι να κάνετε Πάσχα χωριστά;»

Στα είκοσι, άντε είκοσι πέντε, θα το θεωρούσα πιο κατανοητό. Αλλά μετά από κάποια ηλικία το να στραμπουλάς τη ζωή σου για να χωρέσει στις ορθοπεδικές απαιτήσεις των άλλων μου φαίνεται πολύ θλιβερό.

Εγώ έκανα Πάσχα με το φίλο μου, τη μαμά του, τους γονείς μου και όσους από τους φίλους μας έμειναν Αθήνα. Οι φίλοι μας εννοείται πως το ξέρουν. Οι γονείς μου επίσης ξέρουν (τους έχω πει ότι είμαι γκέι), η μαμά του συντρόφου μου πιθανώς το ξέρει, αν και δεν της το έχει πει. Στην πράξη δεν μας απασχολεί αν το ξέρει ή δεν το ξέρει ή αν το υποψιάζεται, αφού αυτό που μετράει είναι ότι μπορούμε να κάνουμε Πάσχα όλοι μαζί, χωρίς να χρειάζεται ούτε πολύπλοκα ψέματα να σκαρφιζόμαστε, ούτε να κάνουμε Πάσχα χωριστά επειδή «οι γονείς δεν ξέρουν», ούτε και να παρατάμε τους γονείς μας τώρα στα γεράματα, εάν τελικά επιλέξουμε να γιορτάσουμε με τους φίλους μας.

«Γιατί να τους το πω; Δεν χρειάζεται να το μάθουν.» Είναι φράσεις που ακούω πολύ συχνά από φίλους και γνωστούς. Συμφωνώ απόλυτα. Δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα στους γονείς μας. Δεν υπάρχει καμία ανάγκη να ξέρουν με ποιον κάνουμε έρωτα. Αυτό όμως που βλέπω εξίσου συχνά σε πολλούς γκέι είναι ότι κρύβοντας την ομοφυλοφιλία τους από φίλους και γονείς, καταλήγουν να ζουν μισές ζωές.

Δεν έχει σημασία το να αποκαλύψουμε στους γονείς μας ότι είμαστε ομοφυλόφιλοι. Αυτό που έχει σημασία, είτε τους το πούμε είτε όχι, είναι να μπορούμε να ζούμε ολόκληρη ζωή και όχι μισή, τρικλοποδισμένη από ψέματα και ψυχαναγκασμούς. Ο φίλος μου δεν έχει πει τίποτα απολύτως στη μάνα του, αλλά συζεί με τον άντρα που αγαπά εδώ κι εννιά χρόνια. Έχει φτιάξει τη δική του οικογένεια, την οποία δεν αναγκάζεται να κρύβει από τη μάνα του, ούτε να με παρατάει το Πάσχα για να ζήσει ένα ψέμα.

Ποια οικογένεια;

Ο καιρός που ένας γάμος και ένα μάτσο κουτσούβελα ήταν η μοναδική οδός προς την ευτυχία έχει επιτέλους περάσει, ακόμα και για πολλούς στρέιτ. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να ολοκληρωθεί ένας άνθρωπος, και ο γάμος και η τεκνοποιία έχουν πάψει να θεωρούνται οι μοναδικοί.

Ωστόσο, ελάχιστοι θα αρνηθούμε την ανάγκη μας για συντροφικότητα, αγάπη και έρωτα – με ή χωρίς γάμο, με ή χωρίς παιδιά. Θα μπορούσαμε μάλιστα να πούμε ότι αυτές ακριβώς τις ανάγκες καλύπτει ο όρος «οικογένεια», όπου οικογένεια σημαίνει μια ομάδα ανθρώπων που έχουν επιλέξει να μοιράζονται μια καθημερινότητα και να συντρέχουν ο ένας τον άλλον.

Ένα από τα σκιάχτρα με το οποίο μας φοβερίζουν έτσι και υποψιαστούν ότι είμαστε γκέι είναι ότι κανείς δεν θα μας αγαπά, θα μείνουμε μπακούρια, θα γεράσουμε και θα πεθάνουμε μόνοι χωρίς κάποιον να μας δώσει ένα ποτήρι γαμημένο νερό. Αυτό βέβαια το φοβούνται και οι στρέιτ, αλλά σ’ εμάς τους γκέι θεωρείται πιο πιθανό, σχεδόν σίγουρο.

Εμείς οι γκέι άντρες και γυναίκες τι οικογένεια ευχόμαστε να αποκτήσουμε; Να έχουμε ένα σύντροφο, με τον οποίο όμως δεν μπορούμε να ζούμε μαζί γιατί τι θα πει ο κόσμος; Ή η μαμά; Έναν σύντροφο που ναι μεν ζούμε μαζί, αλλά που πρέπει να τον κρύβουμε κάθε φορά που έρχεται επίσκεψη ο μπαμπάς; Έναν σύντροφο που κάνουμε χωριστά γιορτές, ο καθένας με την «οικογένειά» του, όπου ακούμε γκρίνια πότε θα νοικοκυρευτούμε, αφού φυσικά η «οικογένειά» μας αγνοεί ότι έχουμε ήδη νοικοκυρευτεί, ότι έχουμε φτιάξει τη δική μας οικογένεια και μάλιστα είμαστε και πολύ ευτυχισμένοι;

Το να «ξέρουν» οι δικοί μας για εμάς δεν εγγυάται μια ευτυχισμένη ζωή, χωρίς κανένα πρόβλημα. Κάποια στιγμή, όμως, πρέπει να αποφασίσουμε τι ζωή θέλουμε να ζήσουμε. Το να τα έχουμε καλά με τους γονείς μας, ειδικά μετά από κάποια ηλικία, είναι όμορφο και στηρικτικό αλλά δεν είναι απαραίτητο, ειδικά εάν προκειμένου να τα έχουμε καλά αναγκαζόμαστε να ζούμε μια ζωή προσποίησης.

Οπότε όχι, δεν υπάρχει λόγος και αιτία να πούμε τίποτα στους γονείς μας. Ειδικά αν μένουν στην άλλη άκρη της χώρας και τους βλέπουμε μία φορά το χρόνο (πολλοί βέβαια τους βλέπουμε μόνο μία φορά το χρόνο ακριβώς επειδή δεν ξέρουν τίποτα). Ούτε αν δεν θέλουμε να έχουμε καμία σχέση μαζί τους (και ορισμένοι γονείς είναι τόσο άθλιοι που το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κόψουμε κάθε επαφή). Ωστόσο, εάν με τους γονείς μας έχουμε μια σχετικά καλή σχέση και τους θέλουμε μέσα στη ζωή μας, τότε πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να χωρέσει και ολόκληρη η ζωή μας μέσα στη σχέση, είτε τους το πούμε με λόγια είτε όχι.