10%
προηγούμενα τεύχη | σύνδεσμοι | οδηγός πόλης | INFO in english  
  περιεχόμενα τεύχους    
 
 

Ρεπορτάζ

Δηλητηριώδεις λέξεις

Οι λέξεις είναι όπλα. Καιρός να τις πάρουμε στα χέρια μας.

των Λύο Καλοβυρνά & Νίκου Μελά

«Πουστάρα!» «Βρωμολεσβία!» Είτε μας τις πετάξουν κατάμουτρα είτε τις ψιθυρίσουν πίσω από την πλάτη μας, οι λέξεις μας φοβίζουν και μας θυμώνουν.

Μια μέρα στο chat, ανακάλυψα ότι το συνηθισμένο μου ψευδώνυμο το είχε πάρει άλλος. Διάλεξα το poustara40_ath. «Να αλλάξεις ψευδώνυμο», με έκραξε πάραυτα ο moderator! Παρντόν; Το ψευδώνυμό μου, λέει, ήταν τελείως χυδαίο, ότι ενοχλούσε τα μέλη της λίστας, ότι θα πρέπει να είμαι πολύ μαλάκας για να διαλέξω τέτοιο εξευτελιστικό όνομα. Το κερασάκι ήταν ότι ο moderator, που ήταν ο ίδιος γκέι, πίστευε ότι κάποιοι πούστηδες σαν εμένα ρεζιλεύουν τους γκέι και γι' αυτό μας μισεί ο κόσμος (sic!).

Εχει δίκιο ή άδικο ο moderator; Αντέδρασαν σωστά κάποιοι γκέι με την προσφώνηση «αδερφές» που έκανε η Μαρία Cyber από τη ραδιοφωνική εκπομπή της;

Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει. Οι λέξεις δεν είναι αθώες, γιατί από αυτές εξαρτάται ο τρόπος που αισθανόμαστε, αντιλαμβανόμαστε, ζούμε την πραγματικότητά μας. Η γλώσσα δεν είναι ουδέτερη, ούτε σκέτος φορέας νοημάτων· είναι διαμορφωτής των νοημάτων. Πολλοί γλωσσολόγοι και θεωρητικοί πιστεύουν ότι η γλώσσα διαμορφώνει την ίδια την πραγματικότητα, ότι είναι αδύνατο να αντιληφθούμε κάτι για το οποίο δεν έχουμε όνομα. Ο άνθρωπος υπάρχει μόνο μέσα στη γλώσσα του – χωρίς γλώσσα είμαστε ζώα. [Βλ. κυρίως υπόθεση των Sapir & Whorf. Επίσης ο Heidegger στο On the Way to Language, 1959, βλέπει τη γλώσσα όχι ως εργαλείο αλλά ως το θεμελιώδη τρόπο ύπαρξης του ανθρώπου.]

Πούστης, ντιγκιντάγκας, αδερφή, συκιά, λούγκρα, ανώμαλος, πισωγλέντης, γυναικωτός. Ως ομοφυλόφιλοι έχουμε μόνο τις λέξεις που έχουν φτιάξει άλλοι για μας: είτε ιατρικούς όρους (ομοφυλόφιλοι), είτε βρισιές (πούστης κτλ.). Υπάρχουμε μόνο ως ιατρικά περιστατικά, ως ξεφωνητά ή καρικατούρες; «Πουστάρα!» «Βρωμολεσβία!» Είτε μας τις πετάξουν κατάμουτρα είτε τις ψιθυρίσουν πίσω από την πλάτη μας, αυτές οι λέξεις μας κάνουν να σφιγγόμαστε, μας φοβίζουν και μας θυμώνουν. Καλά κάνουν και μας τρομάζουν, γιατί εμπεριέχουν βία – εξάλλου, μερικές φορές δεν είναι παρά το λεκτικό προοίμιο στη σωματική βία που πρόκειται να ακολουθήσει.

Δεν έχουμε τρελαθεί εντελώς με τις λέξεις· μεγάλο ρόλο παίζουν τα συμφραζόμενα μέσα στα οποία χρησιμοποιούνται. Λόγου χάρη, η λέξη «πούστης» έχει πολλές χρήσεις, μερικές από τις οποίες δεν είναι απαραίτητα αρνητικές, ούτε έχουν (πλέον) σχέση με την ομοφυλοφιλία, όπως στην παγιωμένη έκφραση: «Οχι, ρε πούστη μου!» Αυτές οι χρήσεις δεν ενοχλούν και ούτε χρειάζεται να πάψουν.

Άλλες λέξεις, όμως, είναι όπλα και στρέφονται εναντίον μας. Καιρός να τα πάρουμε στα χέρια μας. Εδώ πρέπει να θυμηθούμε τις φεμινίστριες. Τι σχέση έχουν οι φεμινίστριες με τους πούστηδες; Πουτάνα, στρίγγλα, σκύλα, μουνί, μέγαιρα, λάμια, κουτσομπόλα, τσούλα, συναισθηματική, υστερική, ευαίσθητη, αγάμητη. Λέξεις φτιαγμένες από άντρες με βαρύ, αρνητικό φορτίο για τις γυναίκες. Οι φεμινίστριες ήταν οι πρώτες που προσπάθησαν να απενοχοποιήσουν τις λέξεις-δηλητήριο και να τους προσδώσουν νέο, θετικό νόημα. Μέσα από μια διαδικασία που ονομάζεται «ανάκτηση λέξεων» (reclaiming words) οι φεμινίστριες, αλλά μετά και οι μαύροι και οι ομοφυλόφιλοι, επιχείρησαν να τους βγάλουν το δηλητήριο.

Σε κάποιες χώρες, οι γκέι πέτυχαν να ανακτήσουν τις λέξεις που τους κακοποιούσαν: στη Γερμανία (Schwul), τη Δανία (bosse) και τη Σουηδία (bog), αυτές οι λέξεις παλιά ήταν βρισιές (αντίστοιχες του «πούστης»), αλλά σήμερα χρησιμοποιούνται σε επίσημα κείμενα (π.χ. Εθνική Ένωση Πούστηδων & Λεσβιών Δανίας, Αγωγή Υγείας για Πούστηδες). Παρ' όλα αυτά, ακόμα και σε αυτές τις χώρες δεν νιώθουν όλοι οι γκέι άνετα με αυτές τις λέξεις λόγω της βεβαρημένης ιστορίας τους και προτιμούν εναλλακτικές λύσεις.

Στα ελληνικά, μια λέξη που δεν είναι κακοποιητική είναι το «gay». Έχει το πλεονέκτημα ότι είναι μια «άγραφη» λέξη· δεν έχει αρνητική χροιά, όπως οι ισοδύναμες ελληνικές, που κουβαλούν μια ιστορία βίας. Ωστόσο, ως ξένη λέξη στερείται κύρους και παραμένει απόμακρη, γραμματικά και συντακτικά άβολη. Δεν μπορούμε να την χρησιμοποιήσουμε σε ένα επίσημο έγγραφο, για παράδειγμα.

Είτε είμαστε γυναίκες, είτε μαύροι, είτε αδερφές, το να ανακτήσουμε τις λέξεις που πονάνε δεν είναι κάτι εύκολο ή γρήγορο· ορισμένοι ίσως να μην το θεωρούν καν επιθυμητό. Όπως και να 'χει, το να προσπαθήσουμε να βγάλουμε το δηλητήριο από τις λέξεις, έστω και μόνο σε προσωπικό επίπεδο, γιατρεύει πληγές. Περισσότερα, λοιπόν, σε επόμενο άρθρο του 10%.

 

Οι λέξεις πίσω από τις λέξεις

Πούστης

Προέρχεται από την περσική λέξη pusht, που σημαίνει «κώλος»· πέρασε στα ελληνικά μέσω της τουρκικής, στην οποία είναι πολύ βαριά βρισιά για τον ύπουλο, κακόψυχο άνθρωπο. Παρότι σημαίνει επίσης και αυτόν που «υιοθετεί την παρά φύση σεξουαλική πράξη» (κατά το τουρκικό ετυμολογικό λεξικό), στην καθομιλουμένη δεν χρησιμοποιείται ποτέ ως βρισιά ή λέξη αναφοράς για τους παθητικούς ομοφυλόφιλους.

Μπινές

Από το τουρκικό ibne, (που προέρχεται από τα αραβικά), με αντιμετάθεση των δύο πρώτων γραμμάτων, προέρχεται το ελληνικό «μπινές». Στα αραβικά «ούμπνα» και «μααμπούν» σημαίνει «αυτός που θέλει να γαμηθεί». Χρησιμοποιείται και ως γλωσσολογικό ισοδύναμο της ελληνικής λέξης «μαλάκας», η οποία στα τούρκικα δεν υφίσταται. Ετσι, δύο φίλοι χαριτολογώντας, αντί να πουν ο ένας στο άλλον: «τι λες ρε μαλάκα», λένε, «τι λές ρε πούστη» (ibne).

Κωλομπαράς

Από το αραβικό «γουλάμ» (παιδί, αγόρι) και το περσικό ρήμα «παρέ» (ξεσκίζω, σκίζω με βία) προήλθε η οθωμανική λέξη «κουλάμ-παρέ», το μοντέρνο τουρκικό «κουλάν-παρά», και το ελληνικό «κωλομπαράς», που στην πραγματικότητα σημαίνει «αυτός που σκίζει αγόρια». Παρότι εννοιολογικά έχει άμεση σχέση με τον κώλο, ετυμολογικά το πρώτο συνθετικό της λέξης «κωλομπαράς» είναι μόνο μια παρήχηση.

Λεσβία

Η λέξη «λεσβία», με την έννοια της ομοφυλόφιλης γυναίκας, δεν είναι ελληνική. Στα αρχαία δεν είχε αυτή την έννοια, ωστόσο ήδη τότε υπήρχε το ρήμα «λεσβιάζω» με την έννοια του «πράττω ομοίως προς τα λεσβίας γυναίκας, γλωττοδεψώ», καθώς με τη μεταφορική έννοια «αισχρά, κακοήθη συνθέτω εν ποιήσει». Από το αρχαίο ρήμα προήλθε η γαλλική λέξη «lesbienne» (το 1787) και από αυτή εισήχθηκε στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα η λέξη «λεσβία» με τη σημερινή της έννοια. Δηλαδή η λέξη «λεσβία» είναι σημασιολογικό δάνειο.

Η λέξη «λεσβιασμός» είναι μεταφραστικό δάνειο από τα γαλλικά και μαρτυρείται στα ελληνικά από το 1894. Οσο για τη γαλλική λέξη «σαπφικός», που αναφέρεται στη γυναικεία ομοφυλοφιλία, υπάρχει ήδη από το 1373 στα γαλλικά, αλλά στα ελληνικά εμφανίστηκε μόνο τον 19ο αιώνα με αυτή την έννοια (σαπφισμός).

Τι κουλό!

Πόσοι γνωρίζουν ότι η ευρέως διαδεδομένη λέξη «κουλό» ανήκει στα καλιαρντά, την αργκοτική γλώσσα που είχαν επινοήσει οι έλληνες γκέι για να συνεννοούνται μεταξύ τους σε πιο άγριες και δύσκολες εποχές; Στα καλιαρντά «κουλό» σημαίνει «σκατό». Αρκετές λέξεις έχουν περάσει στην καθομιλουμένη από τα καλιαρντά χωρίς κανείς να γνωρίζει την προέλευσή τους. Αργκοτικά ιδιώματα όπως τα καλιαρντά υπάρχουν και σε άλλες γλώσσες, αλλά όσο περισσότερο ανοίγει μια κοινωνία και περιορίζεται η καταπίεση, μειώνεται η ανάγκη ύπαρξης «ειδικής γλώσσας» και έτσι σιγά-σιγά εξαφανίζεται.

Μια λέξη όλο χαρά

Η λέξη gay αρχικά σήμαινε τον χαρωπό, τον εύθυμο, αλλά έχει την πρόσθετη έννοια του ομοφυλόφιλου τουλάχιστον από τον 19ο αιώνα. Μία πιθανή ετυμολογία είναι ότι στη βικτωριανή Αγγλία, οι άντρες και οι γυναίκες πόρνες ονομάζονταν gay επειδή ντύνονταν χαρωπά. Σταδιακά η λέξη «gay boy» που αναφερόταν στους πόρνους κατέληξε να σημαίνει τον ομοφυλόφιλο. Η άποψη ότι η λέξη gay είναι ακρωνύμιο του «Good As You» είναι εσφαλμένη παρετυμολογία.

Βιβλιογραφία

Dale Spender, Manmade Language , Pandora Press, London 1980, 1991.

Language, thought and reality: selected writings of Benjamin Lee Whorf, Cambridge: MIT Press, 1956; 1988.

George Steiner, After Babel: Aspects of Language and Translation (London: Oxford Univ. Press , c . 1975

Ειρήνη Φιλιππάκη-Warburton, Εισαγωγή στη θεωρητική γλωσσολογία, Νεφέλη/Γλωσσολογία, 1992.

Cheris Kramarae & Paula A. Treichler, A Feminist Dictionary, Pandora Press, 1985.

Ben G. Blount, ed., Language, Culture, and Society: A Book of Readings, Cambridge, Mass.: Winthrop, 1974.

Ηλίας Πετρόπουλος, Καλιαρντά, Ερασιτεχνική γλωσσολογική Έρευνα, Νεφέλη Αθήνα 1982.