10%
προηγούμενα τεύχη | σύνδεσμοι | οδηγός πόλης | INFO in english  
  περιεχόμενα τεύχους    
 
 

Αν υποψιαστώ

Kι όλες λεν' Αλλάχ, Αλλάχ!

Έρωτες και πάθη στην αυλή του Αλή Πασά

του Νίκου Μελά

Στα τέλη της Τουρκοκρατίας τα δύο τρίτα της Ελλάδας και η νότια Αλβανία διοικούνταν από τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Ένα μείγμα φωτισμένου ηγέτη και αδίστακτου δικτάτορα, ο Αλής ήταν μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα προσωπικότητα.

Στην Αυλή του υπηρετούσαν χωρίς διάκριση φυλής ή θρησκείας Έλληνες, Τούρκοι, Αλβανοί, ακόμη και Εβραίοι. Είχε Έλληνες συμβούλους και συνεργάτες, ενώ στη φρουρά του υπηρέτησαν πολλοί οπλαρχηγοί όπως ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, ο Αθανάσιος Διάκος. Επίσημη γλώσσα του κράτους του ήταν τα Ελληνικά, η δε χρήση των Τουρκικών περιορίζονταν στην επικοινωνία με την Υψηλή Πύλη. Ο Αλής κατασκεύασε αρδευτικά και αποξηραντικά έργα, έκτισε γεφύρια, υδραγωγεία, φρούρια, λιμάνια, μύλους. Βελτίωσε το οδικό δίκτυο της επικράτειάς του, οργάνωσε για πρώτη φορά στην σκλαβωμένη Ελλάδα πλήρη ταχυδρομική υπηρεσία, εξάρθρωσε τους ληστές της υπαίθρου. Η δύναμή του είχε αρχίσει να αναμετριέται με αυτή του Σουλτάνου.

Περιηγητές από διάφορες χώρες επισκέπτονταν την αυλή του, ενώ οι μεγάλες δυνάμεις διατηρούσαν εκεί προξένους. Από αυτές τις δύο ομάδες έχουμε τις πιο ενδιαφέρουσες αναφορές για εκείνη την περίοδο και ιδιαίτερα για τα ήθη της περιοχής.

Γαλουχημένος με την Ρωμαιοκαθολική ηθική της βικτοριανής Ευρώπης, ο γάλλος πρόξενος του Ναπολέοντα, Francois Pouqueville, που έζησε αρκετό καιρό στα Γιάννενα συνειδητοποίησε έκπληκτος την μεγάλη συχνότητα ομοφυλόφιλων σχέσεων ανάμεσα στους άντρες της περιοχής.

«Οι Αλβανοί δεν είναι λιγότερο παραδομένοι σε αυτό το πάθος απ' ό,τι οι Έλληνες, χωρίς να φαίνεται να έχουν καμία συναίσθηση των διαστάσεων του εγκλήματος (sic) που διαπράττουν. Πολύ περισσότερο αφού, αντί να τιμωρηθούν, ανταμείβονται από τον αρχηγό τους [τον Αλή Πασά]. Η νομαδική διαβίωση αυτών των ανθρώπων, η ζωή τους που περνά στο στρατόπεδο, μάλλον προωθούν αυτό το αηδιαστικό πάθος. Είναι κοινό σε όλες τις κοινωνικές τάξεις» σημείωνε στο ημερολόγιό του στα 1813.

Άλλοι περιηγητές του 19ου αιώνα έβλεπαν τα πράγματα με περισσότερη συμπάθεια: «οι Αλβανοί είναι ολοκληρωτικά δοσμένοι στην ομοφυλοφιλία και δεν έχουν αναστολές πάνω στο θέμα. Δεν είναι όμως έκφυλοι, δεδομένου ότι είναι μια ράτσα γνωστή για την υγεία της και τη φυσική της τελειότητα, που ζει μια σκληρή ζωή σε μια ορεινή χώρα με άσχημο κλίμα. Ούτε κανείς μπορεί να τους καταλογίσει ηθικό ξεπεσμό, αφού είναι φημισμένοι όχι μόνο για την ανδρεία τους, για την αγάπη για την ελευθερία και την πατρίδα τους, αλλά και για την ειλικρίνεια και την ευγνωμοσύνη στους φίλους και τους ευεργέτες τους. Είναι συνηθισμένο για νεαρούς άνδρες που ζουν κοντά ο ένας στον άλλο να ανταλλάσσουν όρκους αιώνιας φιλίας, όρκους που αποδεικνύονται πιο ιεροί και πιο ανθεκτικοί από το γάμο ή τις φιλίες στη Δύση».

Κι άλλοι περιηγητές, εθνολόγοι και γλωσσολόγοι που ταξίδευαν στα Βαλκάνια επιβεβαίωναν τις πληροφορίες, προσθέτοντας ότι οι Αλβανοί, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, παθιάζονταν για τα όμορφα αγόρια σε απίστευτο βαθμό και δεν ήταν άγνωστες εκρήξεις ζήλιας που έφταναν μέχρι το φόνο για τη χάρη ενός εραστή.

Είναι ενδιαφέρον ότι υπάρχουν αναφορές για τελετές αδελφοποιήσεως ανάμεσα σε χριστιανούς άνδρες (ομοφυλόφιλος γάμος) που ευλογούνταν από τον παπά κατά το υπάρχον αρχαίο τυπικό της ορθοδόξου εκκλησίας, όπου οι δύο άνδρες δέχονταν τις ευχές και κοινωνούσαν μαζί. Στους μουσουλμάνους η αδελφοποίηση γίνονταν με αμοιβαίο τρύπημα ενός δακτύλου, όπου καθένας έπινε μια σταγόνα από το αίμα του φίλου του.

Παρότι οι περιηγητές και επιστήμονες του 19ου αιώνα παραδέχονταν ότι οι σχέσεις ήταν σαφώς σεξουαλικές, ομολογούσαν ότι «η φύση των σεξουαλικών επαφών καλύπτεται από πυκνό σκοτάδι». Και παρότι οι μερικοί απ' αυτούς υποστήριζαν αυθαίρετα ότι αυτές περιορίζονταν στο τρίψιμο του πέους του ενός ανάμεσα στους μηρούς του άλλου (προφανώς για τους βικτοριανούς η πρωκτική επαφή θα αποτελούσε απόδειξη εκφυλισμού, πράγμα που δεν μπορούσαν να αποδώσουν σε άγριους και ετοιμοπόλεμους ορεσίβιους), φαίνεται ότι στην πραγματικότητα η σχέση δεν ήταν καθόλου ‘επιφανειακή'. Οι αλβανικές λέξεις buthar (κωλομπαράς) και madzupi (παιδεραστία) ήταν σε καθημερινή χρήση.

Όσο για τον ίδιο τον Αλή Πασά, που εκτός από την αγαπημένη του κυρά Βασιλική είχε ένα χαρέμι με 500-600 γυναίκες, ο γάλλος βαρόνος de Vaudoncourt, έγραφε ότι «είναι εντελώς παραδομένος στις ‘σωκρατικές απολαύσεις' και διατηρεί και ένα χαρέμι από νεαρούς, από τους οποίους διαλέγει τους έμπιστούς του και τους σημαντικούς αξιωματικούς του». Ο πασάς περιβάλλονταν από όμορφους Έλληνες υπηρέτες με κόκκινα γιλέκα κεντημένα με ασημοκλωστή, που τα μαλλιά τους έπεφταν σε μπούκλες πάνω στους ώμους και που περιφέρονταν ξυπόλητοι στο σεράι. Ο πιο αγαπημένος και πιο έμπιστός του ήταν ο εξαιρετικά όμορφος Θανάσης Βάγιας, ο οποίος, κατά τους περιηγητές, διατείνονταν ότι, αν βρισκόταν κάποιος πιο πιστός στον αφέντη του από εκείνον, θα τον σκότωνε επί τόπου. Ο Βάγιας, που ήταν ο μοναδικός άνθρωπος απ' όλη την αυλή (αξιωματικούς, υπουργούς, υπηρέτες) που είχε το προνόμιο να παραμένει καθιστός κατά την παρουσία του Αλή Πασά, κοιμόταν σαν πιστό σκυλί μπροστά από το καναπέ όπου ο Αλής έπαιρνε τον απογευματινό του ύπνο. «Μονίμως δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον για γυναίκες» παρατηρούσαν οι περιηγητές.

Όταν ο John Cam Hobhouse επισκέφτηκε την αυλή του Αλή Πασά το 1809 μαζί με τον φίλο του από τον Κέιμπριτζ, Λόρδο Βύρωνα, στον λίγο χρόνο που έμεινε στα Γιάννενα πληροφορήθηκε ότι «κάθε νεαρός που μπαίνει στον κόσμο των ανδρών ενώνεται με δεσμούς στενής φιλίας και βίαιου έρωτα (sic) με κάποιον πολεμιστή της φυλής του. Και δεν έχει πιθανότητα να ελευθερωθεί από αυτόν τον αφύσικο δεσμό αν δεν αποδείξει το πόσο άντρας είναι σκοτώνοντας εχθρούς στην μάχη ή ένα άγριο ζώο, όπως αρκούδα ή αγριογούρουνο στο δάσος».

Φυσικός ή αφύσικος ο δεσμός του ‘βίαιου έρωτα', ο Hobhouse θα πρέπει να πέρασε πολλές μοναχικές ώρες στα Γιάννενα, αφού ο καλός του φίλος Λόρδος Βύρων ξημεροβραδιάζονταν με τον Αλή Πασά. Ο πασάς ο οποίος τον παίνευε για την αριστοκρατική του καταγωγή, θαύμαζε τα μικρά του αυτιά, τα κυματιστά του μαλλιά και τα μικρά λευκά του χέρια, του ζητούσε να τον θεωρεί σαν πατέρα του, του έστελνε γλυκά 20 φορές την μέρα και του ζητούσε να τον επισκέπτεται τα βράδια, όταν ο πασάς ήταν πιο... χαλαρός. Δυστυχώς για τον Αλή, ο Βύρων δεν ανταποκρίνονταν στις φιλοφρονήσεις και τις περιποιήσεις, αφού με τη σειρά του είχε χάσει το μυαλό του για τα εγγόνια του ηγεμόνα, τους έφηβους γιους του Βελή πασά, τον Ισμαήλ και τον Μεχμέτ.

Και παρότι δεν έκανε τίποτε μαζί τους, οι κακές γλώσσες λένε ότι μάλλον το έκανε με τον αρρενωπό, νέο και πολύ ωραίο μπαμπά τους. Γιατί όχι, άλλωστε; Ο Βελής, εκτός από διοικητής του Μωριά, ήταν ένας καλλιεργημένος, φιλόξενος και εξαιρετικά ευγενικός άντρας! Ένας τζέντλεμαν της εποχής του. Κορόιδο ήταν ο λόρδος να αφήσει τέτοιο κελεπούρι;

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΣ, Σ: Ιστορία Αλή Πασά του Τεπελενλή, Αθήνα (1895)

2. BYRON (James Gordon) Lord: Letters and journals, vol. 1. Cambridge, Mass. (1973)

3. CHRISTOWE, S.: The lion of Yannina: A narrative based on the life of Ali Pasha, despot of Epirus. New York (1941)

4. CROMPTON, L.: Byron and the Greek Love, Berkeley, CA (1985)

5. ΜΟΥΦΙΤ, Α.: Αλή Πασάς ο Τεπελενλής Ετ. Ηπειρ. Μελ., Ιωάννινα (1980).

6. ΠΑΤΣΕΛΗΣ, Ν.Β.: Η οικονομική πολιτική και ο πλούτος του Αλή πασά των Ιωαννίνων, Αθήνα (1936)

7. PLOMER, W. : Ali, the lion, London 1936

8. POUQUEVILLE, F.: Travels in the Morea, Albania and other parts of the Ottoman Empire, London (1813)

9. VAUDONCOURT, G.: Memoirs on the Ionian Islands, London (1816)

10. MURRAY, S.: Male homosexuality in Ottoman Albania, in ‘Islamic Homosexualities', New York (1997)