10%
προηγούμενα τεύχη | σύνδεσμοι | οδηγός πόλης | INFO in english  
  περιεχόμενα τεύχους    
 
 

Το ημερολόγιο μιας λεσβίκας

Η λεσβίκα μπλέχτηκε άσχημα ανάμεσα σ'έναν σκύλο, έναν άντρα και δύο γυναίκες!

Αγαπητό μου ημερολόγιο!

Εκεί που έπινα το τσαγάκι μου με τον γοητευτικό, ομολογώ, Χρήστο και την inner voice να έχει χαζέψει, εμφανίστηκε το ζευγάρι: η Ελένη, πρόσφατη φαντασίωση μου, και η Αγγελική, η βασιλική κόμπρα της ζωής μου. Το τσάι μετατράπηκε σε φαγητό και αλκοόλ, αν κι εγώ είχα ήδη πάει πιωμένη και δεν είμαι και του αθλήματος, καθότι της υγιεινής. Αφού ανταλλάξαμε όλοι, εκτός από τα αδέλφια, πονηρά βλέμματα και λυσσάξαμε υπογείως, αποφάσισα να φύγω.

Αλλά θέλει η πουτάνα να κρυφτεί κι η χαρά δεν την αφήνει! Το αυτοκίνητο μου αρνήθηκε να πάρει μπρος. Κάτι πήγε να κάνει ο Χρήστος, αλλά δεν μου φάνηκε και βαθύς γνώστης. Ποιος θα με πήγαινε σπίτι; Το ταξί που ψέλλισα ούτε καν το συζήτησαν. Η Ελένη δεν μπορούσε γιατί έπρεπε να μείνει να προσέχει το σκυλί μην υποτροπιάσει από ποια αρρώστια ακριβώς δεν ξέρω, αλλά ήταν εντολή γιατρού την οποία δεν έδωσα ποτέ, τρέχα γύρευε! Ο Χρήστος που προθυμοποιήθηκε μανιωδώς είχε μηχανή κι εγώ μ'αυτόν τον ψόφο προτιμούσα να κοιμηθώ με φίδι.

Έτσι υπέκυψα στα δόντια της κόμπρας, γιατί όπως λένε μεγάλη μπουκιά φάε... Την ώρα που μου άνοιγε με σαδιστικό χαμόγελο την πόρτα του τζιπ, απλά υποτάχτηκα στη μοίρα μου. Η inner voice το βούλωσε για τα καλά, αφού είχε ποντάρει στο Χρήστο κι έχασε. Η διαδρομή είχε κάτι απο κατάψυξη. Οταν η κόμπρα αποφάσισε να ανοίξει το στοματάκι της, ξέραμε και οι δυο τι επρόκειτο να ακολουθήσει «θέλω να μιλήσουμε». Κι εγώ θέλω να σε γδάρω, να σε γδύσω, να σε φιλήσω και να σε ΞΕΣΚΙΣΩ!

“Εγώ θέλω να πάω σπίτι”. Η μαλακία είναι ότι δεν διευκρίνησα σε ποιο σπίτι ήθελα να πάω και βρέθηκα να φιλιέμαι ήδη από το ασανσέρ. Το σπίτι της ήταν μια χαρά· μέχρι να φτάσουμε στην κρεβατοκάμαρα τσέκαρα όλους τους χώρους, καναπέ, νεροχύτη, πάτωμα, διάδρομο και τέλος ένα μέρος πιο αναπαυτικό, το κρεβάτι. Μπορεί να είναι για σκότωμα, αλλά το σεξ μαζί της είναι μια βόλτα στον παράδεισο. Το πρωί την άφησα να κάνει πως κοιμάται, δεν ήμασταν για κουβέντες. Η τελευταία εικόνα πριν φύγω ήταν η φωτογραφία της Ελένης στο κομοδίνο της.

Πήγα κατευθείαν στο κτηνιατρείο. Εκτός από το μαύρο μου το χάλι συνειδητοποίησα ότι είχα ξεχάσει το βρακί μου σπίτι της. Ευτυχώς ήταν από τα καλά. Ενημέρωσα τους φίλους μου λεπτομερώς και με αποκάλεσαν όλοι πουτάνα. Μιλάνε οι αδελφές της Λουκρητίας Βοργία.

Κάποια στιγμή με πήρε ο Χρήστος να μου πει να πάμε για φαγητό. Αυτό μας έλειπε τώρα. «Κατά τις εννιά είναι καλά;”. Tην ώρα που προσπαθούσα να βρω έναν ευγενικό τρόπο να τον αποφύγω μπαίνει ένας πελάτης μέσα ”Να ρωτήσω κάτι;”.

“Ναι, βεβαίως” απαντάω εγώ με το ακουστικό στο χέρι. “Ωραία θα τα πούμε στις εννιά, γειά”. Kλικ! Υπάρχει Θεός;

Φυσικά υπάρχει, και τον λέν Αγγελική. “Θα έρθω να σε πάρω μετά, θέλω να μιλήσουμε και πρέπει να σου επιστρέψω και κάτι που ξέχασες εδώ”. Μάαααλιστα. “Θα σε περιμένω”.

“Kι ο Χρήστος;” ρωτά η μαλάκω, η inner voice! Ποιός τον γαμεί το Χρήστο καλή μου; Εδώ καιγεται το πιπί μας!