10%
προηγούμενα τεύχη | σύνδεσμοι | οδηγός πόλης | INFO in english  
  περιεχόμενα τεύχους    
 
 

Αφιέρωμα

Un polla allegre!

του Λύο Καλοβυρνά

O Ντοστογέφσκι πίστευε ότι ένας Ρώσος μπορεί να εκφράσει όλο το εύρος των συναισθημάτων του με μία μόνο λέξη. Το αυτό ισχυρίζονται Άγγλοι, Γάλλοι, Ισπανοί και Πορτογάλοι. Και οι Έλληνες φυσικά. Μάντεψε ποια...

Όταν λέμε ότι η γλώσσα μας είναι φαλλοκεντρική, εννοούμε ότι ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε, κωδικοποιούμε και βαφτίζουμε την πραγματικότητα γύρω μας περιστρέφεται γύρω από το φαλλό και τη λειτουργία του.

Το ότι η γλώσσα είναι φαλλοκεντρική καθίσταται προφανές από τη χρήση της έννοιας της λειτουργίας του φαλλού σε μη σεξουαλικά πλαίσια. Δεν υπάρχει κανένας λόγος (πέρα από την εμμονή μας με το φαλλό) να ονομάζουμε τις πρίζες θηλυκές και αρσενικές, δανειζόμενοι την εικόνα της ερωτικής διείσδυσης του φαλλού στον κόλπο. Ούτε οι οπές των κουμπιών να βαφτίζονται θηλύκι ή θηλυκωτήρι!

Μόνο μια φαλλοκεντρική, πατριαρχική κοινωνική δομή θα ονόμαζε ποτέ ένα παιδί αγνώστου πατρός νόθο, δηλαδή μη γνήσιο, μη νόμιμο. Για μια γυναίκα δεν τίθεται ποτέ θέμα ποια είναι η μητέρα· η δική της νομιμότητα είναι αδιαμφισβήτητη, και αν είχαμε μια γυναικεία κωδικοποίηση της πραγματικότητας, ένα παιδί χωρίς γνωστό πατέρα αποκλείεται να οριζόταν ποτέ ως κάλπικο ή μη νόμιμο. Όπως έχουν παρατηρήσει αρκετοί μελετητές, μήπως, λοιπόν, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για «φθόνο της μήτρας»;

Το να «έχεις αρχίδια» (έκφραση που ισχύει και σε άλλες γλώσσες) χρησιμοποιείται ως ένδειξη θάρρους και αποφασιστικότητας. Αυτή η ταύτιση των αρσενικών γεννητικών οργάνων με τις παραπάνω θετικές έννοιες δεν δικαιολογείται από τη φύση, αλλά γίνεται λόγω του τρόπου που επιλέγουμε να δούμε τον κόσμο.

Ένα ακόμα παράδειγμα του πόσο γεμάτο πέη είναι ο νους μας είναι η ανάγκη μας κάθε φορά που αναφερόμαστε σε κάτι μακρόστενο και δείχνουμε το μέγεθός του, να νιώθουμε υποχρεωμένοι να προσθέσουμε «με το συμπάθιο», (έστω και για πλάκα), ακόμα κι εάν αναφερόμαστε σε κάτι εντελώς μη σεξουαλικό. Θεωρούμε όμως δεδομένο ότι το μυαλό όλων θα πάει εκεί. Τελικά, μάλλον δεν πάει εκεί – είναι πάντα εκεί.

Αν η γλώσσα όχι μόνο αποτυπώνει αλλά και διαμορφώνει τον ψυχισμό μιας κοινωνίας, όπως υποστηρίζουν γλωσσολογικές θεωρίες, η ελληνική γλώσσα έχει μια εμμονή με το πέος. Πολυάριθμες και γλαφυρότατες είναι εκφράσεις για το αντρικό τσουτσούνι. Ακόμα και η κοινότερη λέξη της ελληνικής (μαλάκας) γύρω από το καυλί περιστρέφεται.

Είναι εύλογο να υπάρχουν τόσα συνώνυμα και εκφράσεις για κάτι που μας απασχολεί όχι μόνο σεξουαλικά, αλλά έχει πάμπολλες θρησκευτικές, ηθικές και ερωτικές προεκτάσεις, οι οποίες είναι φυσικό να αποτυπώνονται στη γλώσσα μας.

Στο 10% σταχυολογήσαμε από διάφορες γλώσσες εκφράσεις που αφορούν το πέος. Ας σημειωθεί ότι δεν είναι όλες οι γλώσσες τόσο πεοκεντρικές όσο η ελληνική. Η γερμανική, λόγου χάρη, έχει περισσότερο σκατολογικές γλωσσικές αναφορές. Αντιθέτως, οι λατινογενείς γλώσσες, αλλά και οι άλλες γλώσσες της λεκάνης της Μεσογείου, περιστρέφονται γλωσσικά περισσότερο γύρω από τα σεξουαλικά όργανα.

Η πηγή του πέους…

Τι σημαίνει φαλλός, πούτσος, καυλί; Ετυμολογικά, το πέος έχει ινδοευρωπαϊκή ρίζα που συγγενεύει με το λατινικό penis, αλλά και με την πόσθη – το δέρμα που περιβάλλει το πέος.Η λέξη πέος υπήρχε στην αρχαιότητα και ήδη τότε αποτελούσε ταμπού. Φαλλός στα αρχαία ελληνικά σήμαινε κυρίως το ομοίωμα ανδρικού γεννητικού οργάνου σε στύση, το οποίο περιέφεραν στις βακχικές γιορτές ως σύμβολο γονιμότητας. Και ο φαλλός έχει ινδοευρωπαϊκή ρίζα: *bhel «φουσκώνω, πρήζομαι, διογκώνομαι» και είναι ομόρριζο της φάλ(λ)αινας. Το καυλί είναι και αυτό αρχαίο, υποκοριστικό του καυλός που σημαίνει κοτσάνι, βλαστός. Κοτσάνι σημαίνει και το τσουνί, από το οποίο με αναδιπλασιασμό βγαίνει το τσουτσούνι, το παιδικό πέος. Το τσουνί ετυμολογείται με τσιτακισμό από το κυνίον, το μικρό σκυλάκι.

Η τόσο ελληνική και καθημερινή λέξη πούτσος είναι μετανάστρια ή από τα σλαβικά (butsa: το εξόγκωμα) ή από τα τουρκικά (puc, τη σχισμή ανάμεσα στους γλουτούς) ή από τα ιταλικά (puzzo, η βρόμα). Αντιθέτως, η λέξη ψωλή έχει ελληνικές ρίζες και ετυμολογείται από το ψωλός που αναφέρεται σε αυτόν που έχει το μόριό του σε στύση και έχει αποκαλυφθεί η βάλανος. Προέρχεται από το ρήμα ψην που σημαίνει τρίβω.

Το πέος πρωταγωνιστεί σε πολλές ευφάνταστες εκφράσεις της ελληνικής. Η προέλευση ορισμένων είναι προφανής (βλ. πετιέται σαν την πούτσα: παρεμβαίνει άκαιρα και αιφνιδιαστικά), ενώ αλλού είναι πιο μυστηριώδης (πούτσες μπλε). Στα ελληνικά ό,τι δεν μας νοιάζει το γράφουμε στον πούτσο μας. Αν κάτι είναι μάλλον απίθανο να συμβεί, πρέπει να περιμένουμε του αγίου πούτσου, ενώ αν μπλέξαμε άσχημα, την έχουμε πουτσίσει. Αν κάτι είναι για τον πούτσο, σημαίνει ότι είναι ευτελές. Γλαφυρότατο είναι το ρήμα ψωλαρμενίζω που σημαίνει ότι περνάω καλά χωρίς έγνοιες. Κάποιος που είναι στον πούτσο καβάλα είναι… άιντε άιντε. Η παροιμία της στραβής ψωλής, οι τρίχες της φταίνε αναφέρεται σε όσους μεταθέτουν τη δική τους δυσκολία σε άλλες αιτίες.

Σημασιολογικά ο πούτσος στην ελληνική χρησιμοποιείται μάλλον με αρνητική χροιά. Μοναδική εξαίρεση η προσφώνηση πουτσαράς (και πουτσαρίνα) που αναφέρονται στον άντρα και τη γυναίκα με θάρρος και κότσια.

Στα ισπανικά, σε αντίθεση με τα ελληνικά, ο πούτσος έχει θετική έννοια. Π.χ. όταν ένας Ισπανός λέει: αυτό είναι του πούτσου (eso es del carajo, de pinga), εννοεί ότι είναι καταπληκτικό. Όταν ιδρώνει η πούτσα σου (me suda la polla) σημαίνει ότι αδιαφορείς για κάτι, ενώ αν σου τη χώσουν διπλωμένη (te la metieron doblada), τότε σου την έφεραν. Ο pollaboba είναι ο χαζοψώλης, δηλαδή χαζοβιόλης, ενώ όταν λες ούτε πούτσες σε ξύδι (ni pingas en vinagre) τότε λες βλακείες. Carajo! (πούτσος) αναφωνούν οι ηλικιωμένοι Ισπανοί όταν θέλουν να πουν «γαμώτο», ενώ για κάποιον που είναι παράξενος άνθρωπος λένε ότι είναι πούτσος (eres la polla). Μια χαρούμενη πούτσα (un polla allegre) είναι ο χαζοχαρούμενος. Κι αν κάποιος σας ιδρώνει την πούτσα, σημαίνει ότι σας τη δίνει στα νεύρα (no me sudes la polla).

Στα πορτογαλικά όταν κάτι είναι για τον πούτσο (p’ra caralho: πρα καράλιου), σημαίνει ότι έχει γεμίσει ο τόπος, γίνεται της τρελής. Π.χ. η πλατεία έχει κόσμο p’ra caralho = γίνεται της τρελής από κόσμο στην πλατεία. Μόνη της η λέξη caralho! χρησιμοποιείται ως επιφώνημα για να δηλώσει έντονο εκνευρισμό ή αγανάκτηση με την έννοια του «γαμήδια!»

Πολυάριθμες είναι οι εκφράσεις των αραβικών για το αρσενικό μόριο. Οι Άραβες λένε στον πούτσο μου (άλα έρι) ακριβώς με την ίδια έννοια που το λέμε στα ελληνικά, αλλά για περισσότερη έμφαση μπορούν να πουν στο κεφάλι του πούτσου μου (άλα ρας έρι). Όταν «η πούτσα μου καταλαβαίνει πιο πολλά από σένα» σημαίνει ότι είσαι τελείως βλάκας (ερί μπιθάμ ακτάρ μινάκ). Χαριτωμένη είναι επίσης η έκφραση έρι χαδ μπαϊδάτι (η πούτσα μου είναι κοντά στα αρχίδια μου), που αντιστοιχεί στη δική μας «όχι Γιάννης, Γιαννάκης». Όταν ένα ρούχο δεν κάθεται καλά στο σώμα, οι Άραβες λένε ότι στέκεται «σαν τον πούτσο» (μιθλ αλ ερ).

Ενδιαφέρον είναι επίσης ότι στα αραβικά ο άνθρωπος/άντρας α ντικαθίσταται από τον πούτσο του τόσο με θετική όσο και με αρνητική έννοια: Σου, για ερ; (τι είναι, ρε πούτσε;) = τι έγινε ρε φίλε; Ρου, για ερ! (φύγε, ρε πούτσε) = άντε χάσου. Μαν χα’ αλ ερ; (ποιος είναι αυτός ο πούτσος;) = ποιος είναι αυτός ο μαλάκας; Σημειωτέον ότι η λέξη «μαλάκας» δεν υπάρχει στα αραβικά.

Δεκαπενταύγουστος σε ελληνικό νησί και στο λεωφορείο που πάει παραλία έχει κόσμο για τον πούτσο (βλ. πορτογαλικά παραπάνω). Μια ελληνίδα φίλη που στέκεται όρθια γιατί δεν έχει πού να κάτσει αναφωνεί «θέλω να κάτσω, θέλω να κάτσω». Οι Ιταλοί στο λεωφορείο ξεκαρδίζονται στα γέλια, γιατί cazzo (κάτσο) είναι ο πούτσος στα ιταλικά. Que cazzo! Λένε οι Ιταλοί για να εκφράσουν έκπληξη ή θυμό, όπως λέμε εμείς «τι στο διάολο, τι σκατά»;

Γεγεμετσεγίν γιαραγίν αλτνά γιάτμα λένε οι γείτονές μας στην Τουρκία,κι είναι πράγματι σοφή συμβουλή «να μην ξαπλώνεις κάτω από πούτσο που δεν μπορείς να πάρεις», δηλαδή να μην μπλέκεις σε κάτι πιο μεγάλο από το μπόι σου. Αν έχεις τη ζώνη στη μέση σου και τ’ αρχίδια με τον πούτσο σου (μπελιμντέ κουσαγίμ, σικίμλε τασαγίμ), τότε δεν σηκώνεις μύγα στο σπαθί σου, ενώ μια πεταλούδα σε πούτσο αλόγου (ατγιαραγιντά κελεμπέκ γκιμπί) αναφέρεται σε κάτι ξεκάρφωτο και παράταιρο.

Η γαλλική γλώσσα έχει περισσότερες εκφράσεις για τ’ αρχίδια παρά για τον πούτσο. Όταν έχεις πολύ μικρά μάτια, τότε είναι σαν τρύπα πούτσας (a voir les yeux en trou de bite). Στη Γαλλία μπορείς να είσαι μαλάκας σαν πούτσος (con comme une bite), ενώ αν την κάνεις χωρίς να πληρώσεις κάπου, τους αφήνεις μια πούτσα (laisser une queue). Όταν κάνεις πούτσες σε κάποιον, τον απατάς (faire de queue). Τέλος, ένα γλαφυρότατο παράδειγμα του πώς το πέος αποτελεί σύμβολο εξουσίας ή βίας είναι η αργκό για το κλομπ: πούτσα του Ζαν-Πιερ.

Το 1873, ο Ντοστογέφσκι ισχυρίστηκε στον πρώτο τόμο του «Ημερολόγιο ενός συγγραφέα» ότι ένας Ρώσος μπορεί να εκφράσει όλο το εύρος των συναισθημάτων του με μία μόνο λέξη. Εκείνη την εποχή δεν μπορούσε να δημοσιεύσει τη λέξη, αλλά επρόκειτο για το khuy (χούι: πούτσος). Η ρωσική, σε αντίθεση με τις άλλες σλαβικές γλώσσες, έχει περισσότερο σεξουαλικές παρά σκατολογικές εκφράσεις. Γλαφυρή είναι η έκφραση khuem grushi okolachivat, το να ρίχνεις αχλάδια απ’ το δέντρο με τον πούτσο σου, δηλαδή να κάααθεσαι! Όταν στέλνεις κάποιον στον πούτσο ή πιο ευφημιστικά, «στα τρία γράμματα», τότε τον στέλνεις στο διάολο.

Στα ποντιακά για τον αφελή άνθρωπο λέγεται: Ημποιος λέει, η ψωλή μ’ αγγούρ’ εν’, συ παιρσ’ τ’ άλας και τρέεις; Δηλαδή: Κάποιος σου λέει ότι η ψωλή μου είναι αγγούρι κι εσύ παίρνεις τ’ αλάτι και τρέχεις; Επίσης, όταν κάποιου η ψωλή σπάει καρύδια (η ψωλή ατ’ καρύδια κοπανίζ’), τότε είναι αδιάφορος.

Βιβλιογραφία

A Feminist Dictionary, Cheris Kramarae & Paula A. Treichler, Pandora, 1985

Man Made Language, Dale Spender, Pandora, 1980

Language and Sexuality, Deborah Cameron & Don Kulick, Cambridge University Press 2003.

Language and Gender, Penelope Eckert & Sally McConnell-Ginet, Cambridge University Press 2003.