Αφιέρωμα: πίστη και ομοφυλοφιλία
Καινή Διαθήκη και ομοφυλοφιλία
του Νίκου Μελά
Όσοι πιστεύουν ότι η Καινή Διαθήκη καταδικάζει την ομοφυλοφιλία καλύτερα να ψάξουν αλλού για επιχειρήματα.
Οι τρεις προτάσεις κατά της ομοφυλοφιλίας που συναντά κανείς στην Καινή Διαθήκη δεν βρίσκονται σε κανένα από τα Ευαγγέλια, αλλά είναι γραμμένες από τον απόστολο Παύλο, έναν εβραίο πρώην διώκτη των Χριστιανών που ανένηψε, τον μόνο που δεν ήταν μαθητής του Χριστού, που δεν τον είχε δει ή ακούσει ποτέ.
Η πρώτη αναφορά βρίσκεται στην επιστολή του Παύλου προς Ρωμαίους 1:26-27
(προηγείται το κείμενο: [οι ειδωλολάτραι] γνώντες τον Θεόν, ουχ ως Θεόν εδόξασαν ή ευχαρίστησαν, αλλ’ εματαιώθησαν εν τοις λογισμοίς αυτών…)
δια τούτο παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις πάθη ατιμίας.
αι τε γαρ θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την
παρά φύσιν. ομοίως τε και οι άρρενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν
της θήλειας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους άρσενες εν
άρσεσιν την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν, ην έδει της πλάνης αυτών εν εαυτοίς απολαμβάνοντες
(συνεχίζει το κείμενο: Και καθώς ουκ εδοκίμασαν τον Θεόν έχειν εν επιγνώσει, παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις αδόκιμον νουν, ποιείν τα μη καθήκοντα..)
Η προς Ρωμαίους επιστολή δεν καταδικάζει την ομοφυλόφιλη συμπεριφορά των ειδωλολατρών στην οποία «παρέδωκεν αυτούς ο Θεός» (να μην το ξεχνάμε) ως συμπεριφορά «ενάντια στη φύση» με την έννοια της προσβολής του «φυσικού νόμου». Στην εποχή του Παύλου δεν υπήρχε η έννοια του «φυσικού νόμου», αλλά αναπτύχθηκε πολλούς αιώνες αργότερα. Κατά τον Παύλο, η ομοφυλόφιλη συμπεριφορά των ειδωλολατρών γίνεται θέμα συζητήσεως ως «υπερβολική και παράξενη», αποτέλεσμα της αδυναμίας τους να αντιληφθούν και να λατρέψουν τον πραγματικό Θεό. Δεν υπάρχει εδώ κάτι καταδικαστικό για την ομοφυλόφιλη συμπεριφορά. Η ειδωλολατρία είναι το πρόβλημα.
Η δεύτερη αναφορά βρίσκεται στην 1η επιστολή προς Κορινθίους 6:9-10
ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι, ούτε μοιχοί, ούτε μαλακοί, ούτε αρσενοκοίται, ούτε πλεονέκται, ούτε κλέπται, ούτε μέθυσοι, ούτε λοιδοροί, ούτε άρπαγες βασιλείαν Θεού ού κληρονομήσουσι.
Και η τρίτη στην 1η επιστολή προς Τιμόθεον 1:10
Δικαίω νόμος ου κείται, ανόμοις δε και ανυποτάκτοις, [...]αρσενοκοίταις [...]και ει τι έτερον τη υγιαινούση διδασκαλία αντίκειται κατά το ευαγγέλιον της δόξης του μακαρίου Θεού
Αυτές οι δύο επιστολές χρησιμοποιούνται συχνά ως απόδειξη του ότι οι μαλακοί (παθητικοί ομοφυλόφιλοι κατά την κρατούσα μετάφραση) και οι αρσενοκοίτες (ενεργητικοί) είναι αμαρτωλοί και δεν θα κληρονομήσουν την βασιλεία του Θεού, δηλαδή θα πάνε στη Κόλαση. Όμως στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν πόλεμο λέξεων. Τι σήμαινε «αρσενοκοίτης» και τι «μαλακός» την εποχή που γράφτηκε η επιστολή;
Ένα πρόβλημα στην κατανόηση αρχαίων κειμένων είναι η διαφορετική αντίληψη που μπορεί να έχουμε με τους συγγραφείς για τον κόσμο που μας περιτριγυρίζει και για τη γλώσσα που μιλάμε. Με την πάροδο του χρόνου οι έννοιες των λέξεων μπορεί να αλλάζουν από αμυδρά μέχρι εντελώς, ώστε το «προφανές» νόημα μιας λέξεως (απλής ή σύνθετης) να μην είναι στην πραγματικότητα τόσο αυτονόητο. Για παράδειγμα το «καλός» στα αρχαία ελληνικά σημαίνει «ωραίος», στα νέα ελληνικά είναι το αντίθετο του «κακός». Το «αγαθός» στα αρχαία σημαίνει «καλός», στα νέα «απονήρευτος, αφελής». Ακόμη και μέσα στην ίδια γλώσσα η «ανάλυση» μιας λέξης δεν μας δίνει πάντοτε το σωστό νόημα. «Χρηματιστής» δεν είναι αυτός που χρηματίζει, «προαγωγός» δεν είναι αυτός που δίνει προαγωγές και ο «πολιτικός μηχανικός» δεν είναι ούτε πολιτικός, ούτε και μηχανικός. Αν δεν έχουμε περισσότερες πληροφορίες κινδυνεύουμε να παρερμηνεύσουμε πολλά. Έτσι το να δογματίζουμε πάνω σε παρερμηνευμένες έννοιες είναι από γελοίο μέχρι επικίνδυνο (Ίσως γι’ αυτόν τον λόγο το κείμενο αναφοράς στο Κοράνι είναι το αραβικό πρωτότυπο και απαγορεύεται να μεταφραστεί σε οποιαδήποτε γλώσσα. Μόνον ερμηνεύεται).
Η ακριβής έννοια της λέξεως «αρσενοκοίτης» στα αρχαία κείμενα δεν μας είναι γνωστή και η μετάφρασή της, προβληματική. Δεν χρησιμοποιείται από κανέναν κλασσικό συγγραφέα όπως ο Ηρόδοτος, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Πλούταρχος, ούτε από τους εβραίους Φίλωνα και Ιώσηφο, ούτε από τους Ψευδο-Λουκιανό, Σέξτο Εμπειρικό και Λιβάνιο. Απουσιάζει από όλες τις χριστιανικές πηγές γραμμένες στα ελληνικά: Διδαχή, Τατιανός, Ιουστίνος μάρτυς, Ευσέβιος Καισαρείας, Κλήμης Αλεξανδρείας, Γρηγόριος Νύσσης, Ιωάννης Χρυσόστομος. (Ιδίως η απουσία της λέξης από τον εξαιρετικά ομοφοβικό Χρυσόστομο αποδεικνύει ότι δεν μπορεί να σχετίζεται με την ομοφυλοφιλία). Παρομοίως λατίνοι θεολόγοι των πρώτων χριστιανικών αιώνων (Τερτυλλιανός, Αρνόβιος, Λακτάνιος, Αυγουστίνος) που σχολιάζουν την ομοφυλοφιλία δεν επικαλούνται ποτέ τις «καταδικαστικές» παραγράφους του Παύλου με την λέξη αρσενοκοίτης.
Θα μπορούσε να αναφέρεται και σε ομοφυλόφιλο σεξ, αλλά υπήρχαν άλλες λέξεις, ειδικές για αυτό. Η χρήση της από τους λίγους αρχαίους συγγραφείς που την χρησιμοποίησαν και μέσα από τα συμφραζόμενα των κειμένων παραπέμπει περισσότερο σε κάποιο είδος οικονομικής εκμετάλλευσης, πιθανόν με σεξουαλικά μέσα: βιασμό, σεξ (όχι κατ’ ανάγκη ομοφυλόφιλο) με οικονομικά κίνητρα /εκβιασμό, πορνεία, προαγωγή σε πορνεία ή κάτι σχετικό. Δεν είναι τυχαίο ότι σε κείμενα με καταλόγους αμαρτημάτων κατατάσσεται ανάμεσα στα οικονομικά εγκλήματα και όχι στα σεξουαλικά.
Όσο για το «μαλακός» τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα γιατί οι αναφορές στη λέξη αυτή στην αρχαιοελληνική γραμματεία είναι συχνότερες από ό,τι το «αρσενοκοίτης». Ο Ξενοφών χρησιμοποιεί τον όρο για το «οκνηρός», ο Επίκτητος για αυτόν που προτιμά την εύκολη ζωή και αποφεύγει τις δυσκολίες της φιλοσοφίας, ο Πλούταρχος, ο Ιώσηφος Φλάβιος και ο Δίων Κάσσιος για το «δειλός» (και οι τρεις έζησαν την γύρω στην εποχή που γράφτηκαν οι επιστολές του Παύλου). Στην αρχαία λογοτεχνία «μαλακοί» είναι οι άντρες που ζουν μέσα στον πλούτο και τη πολυτέλεια, αυτοί που κάνουν έκλυτη ζωή. Πουθενά δεν αναφέρεται ούτε υπονοείται η παθητική ομοφυλόφιλη επαφή.
Εν ολίγοις: ο ισχυρισμός ότι η Καινή Διαθήκη (βλ. Ο Θεός) καταδικάζει την ομοφυλοφιλία είναι αβάσιμος και επιστημονικά αναπόδεικτος. Η προσπάθεια των θεολόγων και παπάδων να ερμηνεύσουν τις τρεις επιστολές του Παύλου ως λίβελο κατά των ομοφυλόφιλων προβάλλει περισσότερο τους ευσεβείς τους πόθους, τον ρατσισμό και την μισαλλοδοξία τους. Ενδεχομένως και την κρυφή ομοφυλοφιλία και τον πανικό τους, όχι όμως την αλήθεια.
|