Γιατρέ μου, γιατί μου αρέσει η Μαντόνα;
Αφιέρωμα: γεννιόμαστε ή γινόμαστε;
του Στέφανου Σαρρή
Φταίει ο απών μπαμπάς και η υπερπροστατευτική μαμά που ο γιος βγήκε αδερφή; Ή μήπως τα γονίδια; Εδώ που τα λέμε, πρέπει σώνει και καλά να φταίει κάποιος;
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80, η ομοφυλοφιλία θεωρούταν καθαρά ψυχολογική υπόθεση. Είναι κάτι που το παθαίνεις από την κακή σχέση με τον πατέρα σου, κάτι που έκαναν λάθος οι γονείς σου. Ακόμη παλιότερα, θεωρούταν ψυχική ασθένεια. Μόλις το 1957 έγιναν τα πρώτα ψυχολογικά τεστ που απέδειξαν ότι δεν υπάρχει σχέση ανάμεσα στην ομοφυλοφιλία και τις ψυχολογικές διαταραχές και οδήγησαν την APA (American Psychological Association) να την αφαιρέσει από τον κατάλογο των ψυχικών ασθενειών.
Προσπάθειες να εξηγηθεί βιολογικά η ομοφυλοφιλία έγιναν από νωρίς. Ήδη το 1984, μια ομάδα ερευνητών από το State University της Νέας Υόρκης ανακάλυψαν ότι οι ομοφυλόφιλοι άντρες αντιδρούν στα οιστρογόνα διαφορετικά από τους στρέιτ άντρες και τις γυναίκες.
Το 1990, το Ολλανδικό Ινστιτούτο Εγκεφαλικών Ερευνών ανακάλυψε ότι στους ομοφυλόφιλους άντρες ένα τμήμα στον υποθάλαμο (μια περιοχή του εγκεφάλου που ελέγχει τη σεξουαλική συμπεριφορά), το λεγόμενο SCN, είναι μεγαλύτερο από ό,τι στους στρέιτ. Λίγο αργότερα ερευνητές από το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια (UCLA), ανακάλυψαν ότι το τμήμα του υποθαλάμου που λέγεται AC, είναι και αυτό περίπου 34% μεγαλύτερο στους γκέι από ό,τι στους στρέιτ. Τα παραπάνω αποτελέσματα επιβεβαιώθηκαν και από άλλα ερευνητικά κέντρα, αλλά αμφισβητήθηκαν ευρέως γιατί βασίζονταν σε μελέτες εγκεφάλων ατόμων που είχαν πεθάνει από ασθένειες σχετικές με τον HIV.
Το 1991, ο Simon LeVay, νευροβιολόγος στο Ινστιτούτο Βιολογικών Μελετών του Σαν Ντιέγκο, έκανε μια από τις πιο γνωστές έρευνες. Εξέτασε 41 εγκεφάλους από τους οποίους οι 19 ήταν γκέι αντρών, οι 16 στρέιτ αντρών και οι 6 στρέιτ γυναικών. Σύγκρινε το μέγεθος και τον αριθμό των κυττάρων μιας μικρής περιοχής του μπροστινού υποθαλάμου, του INAH 3, και βρήκε ότι στους γκέι άντρες ήταν το μισό σε σύγκριση με αυτό των στρέιτ και αντιστοιχούσε περίπου στον μέσο όρο του μεγέθους των γυναικών. Ο υποθάλαμος είναι το κέντρο που καθορίζει τα αισθήματα και τη σεξουαλική επιθυμία, και οι επιστήμονες πίστεψαν ότι αυτή η διαφορά στον υποθάλαμο ήταν κρίσιμη για τον διαχωρισμό αυτών των δύο ομάδων και επομένως αποτελούσε σαφή απόδειξη ότι γεννιέσαι γκέι. Τα ΜΜΕ ανταποκρίθηκαν άμεσα και δυναμικά και έτσι γεννήθηκε η θεωρία του ομοφυλόφιλου με το «γυναικείο» μυαλό.
Η «ανακάλυψη» αυτή όμως βρήκε μικρή ανταπόκριση στους επιστημονικούς κύκλους. Η μελέτη του δεν επιβεβαιώθηκε από κανέναν και δέχτηκε κριτική για τα πολλά αδύναμα σημεία της μεθόδου του, καθώς οι εγκέφαλοι ανήκαν σε άτομα που πέθαναν από AIDS και άρα θα μπορούσαν αυτές οι αλλοιώσεις να έχουν προέρθει από άλλα αίτια. Εξάλλου, πέρα από τον ελάχιστο αριθμό των δειγμάτων, οι περιοχές INAH-3 των ομοφυλόφιλων αντρών ήταν πολλές φορές μεγαλύτερες απ’ ό,τι οι αντίστοιχες των ετεροφυλόφιλων.
Στη συνέχεια οι ερευνητές έπιασαν τα ζώα. Έγιναν πολλές έρευνες προκειμένου να μελετηθεί το σύνθετο πρόβλημα της σεξουαλικότητας σε οργανισμούς απλούστερους από τον άνθρωπο. Το 2002, μια έρευνα που έγινε σε πρόβατα έδειξε ότι ενώ το τμήμα του υποθαλάμου που ονομάζεται προοπτική περιοχή είναι διπλάσιο στα αρσενικά πρόβατα (όπως και στους ανθρώπους) από τα θηλυκά, στα άτομα που παρουσίαζαν ομοφυλόφιλη συμπεριφορά το παραπάνω τμήμα ήταν μισό σε σύγκριση με τα στρέιτ. (Ναι, σχεδόν το 10% των προβάτων διατηρεί αποκλειστικά σχέσεις με το ίδιο φύλο και όποιος δεν πιστεύει, αν έχει παππού τσομπάνη ας τον ρωτήσει). Αφού υπάρχει βιολογική παράμετρος στη σεξουαλικότητα των προβάτων, τότε γιατί να μην υπάρχει και σε πιο σύνθετους οργανισμούς, όπως ο άνθρωπος;
Σειρά στο κρεβάτι του ανατόμου είχαν τα ποντίκια. Από έρευνες που έγιναν στο πανεπιστήμιο του Stanford, ανακάλυψαν ότι ο εγκέφαλος του ποντικιού είναι βασικά θηλυκός και μετατρέπεται σε αρσενικό εφόσον εκτεθεί σε συγκεκριμένα επίπεδα ανδρογόνων ορμονών κατά την εμβρυϊκή φάση. Επίσης ανακαλύφθηκε ότι θηλυκά ποντίκια που λάμβαναν μεγάλη δόση ανδρογόνων ανέπτυσσαν υψηλά επίπεδα επιθετικότητας και σεξουαλική έλξη για άλλα θηλυκά, μιμούμενα την αρσενική σεξουαλική συμπεριφορά κατά την συνουσία (καβάλημα από πίσω, ρυθμικές, γρήγορες κινήσεις της λεκάνης). Ομοίως, εάν στα αρσενικά ποντίκια μειώνονταν οι ανδρογόνες ορμόνες, τότε αυτά οδηγούνται σε σεξουαλικές πράξεις με άλλα αρσενικά και θηλυκή συμπεριφορά κατά τη συνουσία (λόρδωση της ράχης, πρόταση του πρωκτού). Οι παραπάνω έρευνες αποτέλεσαν ένα πολύ ισχυρό επιχείρημα για τη θεωρία του «γεννιέσαι», γιατί απέδειξαν ότι οι διαφορές στα επίπεδα των ορμονών που καθορίζουν τη σεξουαλική συμπεριφορά προέρχονται από την εμβρυακή φάση, δεν δημιουργούνται από τον τρόπο ζωής.
Το 1987, σε μια έρευνα που περιελάμβανε 94 γκέι και 100 στρέιτ, ανακαλύφθηκε ότι 14% των γκέι ήταν αριστερόχειρες σε αντίθεση με 9 % στους στρέιτ. Τα ίδια περίπου αποτελέσματα έβγαλε παρόμοια έρευνα που έγινε σε λεσβίες στο Πανεπιστήμιο MacMaster του Οντάριο από την F. Witelson. Ο Kenneth Zucker στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο ασχολήθηκε επίσης με το θέμα σε μια έρευνα που διήρκησε 50 χρόνια και αποκάλυψε ότι οι λεσβίες έχουν 91% μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι αριστερόχειρες ή αμφίχειρες. Αν και ακόμη δεν έχει ανακαλυφθεί η αιτία για την αριστεροχειρία και η σχέση της με τη σεξουαλικότητα, αυτό το πεδίο προσφέρεται για έρευνα.
Άλλες μελέτες έχουν ανακαλύψει διαφορές στα επίπεδα ορμονών μεταξύ στρέιτ και γκέι, όπως και στα οστά, αλλά αυτά μπορεί να προέρχονται και από τον τρόπο ζωής (4 ώρες στην καρέκλα να βλέπεις το Όσα παίρνει ο άνεμος και μετά άλλες δύο ώρες κλάμα, ενώ ο αδερφός σου έξω έπαιζε πόλεμο, άλλο κόκαλο θα κάνει αυτός, άλλο εσύ).
Ποια συμπεράσματα μπορεί να βγάλει κανείς από αυτές τις μελέτες; Ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός πάντοτε ήταν και θα είναι καθοριζόμενος από τον εγκέφαλο;
Μάλλον όχι. Η νευρολόγος Sigrid Schmitz από το πανεπιστήμιο Φράιμπουργκ της Γερμανίας μας παραπέμπει στην πλαστικότητα του εγκεφάλου. Γνωρίζουμε, λέει, ότι η δομή του εγκεφάλου ενός ενήλικα δεν ακολουθεί μια καθορισμένη πορεία. Ο εγκέφαλος αλλάζει συνεχώς κατά τη διάρκεια της ζωής. Μπορούμε να τον συγκρίνουμε με ένα οδικό δίκτυο, όπου οι βασικοί άξονες γίνονται αυτοκινητόδρομοι μεγάλης ταχύτητας και συνυπάρχουν με τους παράδρομους και τα μικρά μονοπάτια. Διαδρομές που δεν χρησιμοποιούνται, καταργούνται.
Έστω και αν ανακαλύψουμε διαφορές στους εγκεφάλους των ανηλίκων, παραμένει το ερώτημα τι προϋπήρχε. Έτσι καταλήγουμε στο κλασικό ερώτημα του αυγού και της κότας: Ο «ομοφυλοφιλικός» εγκέφαλος χάραξε τον προσανατολισμό ή ο τρόπος ζωής διαμόρφωσε τον εγκέφαλο;
Δεσμοί αίματος
Πιο πειστικά στοιχεία πήραμε από έρευνες που έγιναν σε δίδυμα. Τα ομοζυγωτικά δίδυμα που προέρχονται από το ίδιο ωάριο και το ίδιο σπερματοζωάριο, είναι φυσικοί κλώνοι· το γενετικό τους υλικό συμπίπτει κατά 100%. Επομένως, τα χαρακτηριστικά που καθορίζονται γονιδιακά θα έπρεπε να εκδηλωθούν και στους δυο.
Ενώ τα διζυγωτικά δίδυμα (που γεννήθηκαν μαζί αλλά προέρχονται από διαφορετικά ωάρια και διαφορετικά σπερματοζωάρια) που έχουν γεννηθεί και ανατραφεί στην ίδια οικογένεια έχουν πιθανότητα 25% να είναι και τα δύο γκέι, τα ομοζυγωτικά, με τις ίδιες συνθήκες, έχουν 50%.
Ο Michael Bailey και ο Richard Pillard πραγματοποίησαν τις πιο έγκυρες και γνωστές μελέτες διδύμων. Οι δύο αμερικανοί επιστήμονες ρώτησαν δίδυμα αδέλφια και υιοθετημένα αδέλφια για τις σεξουαλικές τους προτιμήσεις και ανακάλυψαν μια σχέση μεταξύ της συγγένειας εξ αίματος και της σεξουαλικής συμπεριφοράς. Στην περίπτωση που ένα από τα ομοζυγωτικά δίδυμα ήταν ομοφυλόφιλο, τότε και ο άλλος αδελφός προτιμούσε το ίδιο φύλο σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50%. Στα διζυγωτικά δίδυμα το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 22% και στα θετά αδέλφια μόνο 11%. Παρόμοια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν και στις γυναίκες. Στο 48% των ομοζυγωτικών θηλυκών διδύμων και οι δυο αδελφές δήλωναν έλξη προς το ίδιο φύλο, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις διζυγωτικές δίδυμες ήταν 16%.
Άρα τελικά τον αποφασιστικό ρόλο δεν τον παίζει η ανατροφή των παιδιών, αλλά τα γονίδια. Σωστά; Τότε γιατί όμως μόνο στο 50% των ομοζυγωτικών διδύμων είναι και οι δύο γκέι; Εφόσον μοιράζονται τον ίδιο γενετικό κώδικα δεν θα έπρεπε να είναι γκέι και οι δύο;
Πολύ πιο απλή φάνηκε το 1993 η εξήγηση που ανατάραξε τα νερά παγκοσμίως, όταν ο αμερικανός επιστήμονας της γενετικής Dean Hamer καθιέρωσε τη λέξη-κλειδί «ομοφυλοφιλικό γονίδιο». Ο Hamer υποστηρίζει ότι το γκέι γονίδιο κληρονομείται από το χρωμόσωμα Χ (το χρωμόσωμα του φύλου που στους άντρες κληρονομείται από τη μαμά).
Εξέτασε οικογενειακά δέντρα και παρατήρησε μια συσχέτιση με την πλευρά της μητέρας και αποφάσισε να μαζέψει 40 δείγματα DNA από γκέι άντρες. Μέσα από γενετική ανάλυση ο Hamer καθόρισε ότι υπήρχε μια αξιοπρόσεκτη συμφωνία 5 γενετικών δεικτών σε ένα τμήμα του χρωμοσώματος Χ (που αποκαλείται Χq-28). Όταν συγκεντρώθηκαν στατιστικά δεδομένα βρέθηκε ότι η πιθανότητα η παραπάνω συμφωνία να ήταν τυχαία ήταν 1/100.000.
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, η γενετική προδιάθεση προς την ομοφυλοφιλία θεωρείται πλέον στις μέρες μας σίγουρη. Απλώς δεν αρκεί σαν μοναδική εξήγηση, γιατί σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε τα ομοζυγωτικά δίδυμα αδέλφια πάντα να ακολουθούν τις ίδιες σεξουαλικές προτιμήσεις, πράγμα που δεν ισχύει. Οι περισσότεροι επιστήμονες συμφωνούν ότι δεν πρόκειται μόνο ένα συγκεκριμένο γονίδιο, αλλά ουσιαστικά πολύ πιο σύνθετες παραμέτρους (συμπεριλαμβανομένου και του περιβάλλοντος), οι οποίες αλληλεπιδρούν,
Τελικά, μήπως δεν έφταιγε μόνο η ψυχολογική σχέση με τον πατέρα μας αλλά, περισσότερο, η βιολογική σχέση με τη μητέρα μας;